- κρακόβιακ
- ηπολωνικός χορός σε δύο χρόνους που προέρχεται από την Κρακοβία.[ΕΤΥΜΟΛ. < πολων, krakowiak].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Πολωνία — Κράτος της Κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Δ με τη Γερμανία και την Τσεχία, στα ΒΑ με τη Ρωσία και τη Λιθουανία, στα Α με τη Λευκορωσία και την Ουκρανία στα Ν με τη Σλοβακία, ενώ βρέχεται στα Β από τη Βαλτική θάλασσα.H Πολωνία καταλαμβάνει, στη… … Dictionary of Greek